συχώριο

συχώριο
και συ(γ)χώριο και σχώριο, το, και σ(υ)χώρια, η, Ν
1. συγχώρηση
2. φρ. α) «συχώριο νά 'χουν τα πεθαμένα σου»
i) έκφραση επαιτείας
ii) έκφραση επιδοκιμασίας ενέργειας
β) «μπουκιά και συχώριο» — βλ. μπουκιά.
[ΕΤΥΜΟΛ. Υποχωρητ. σχηματισμός από το ρ. συ(γ)χωρώ (πρβλ. συμπάθιο < συμπαθώ)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • συχώριο — συχώριο, το και σχώριο, το 1. συγνώμη. 2. συγχώρηση νεκρού: Μοίρασε κόλλυβα για σχώριο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • μπουκιά — η [μπούκα] 1. η ποσότητα τροφής που μπορεί να χωρέσει κάθε φορά στο στόμα, αλλ. βουκιά 2. φρ. α) «δεν έβαλε μπουκιά στο στόμα» δεν έφαγε απολύτως τίποτε β) «δίνει και τη μπουκιά του» είναι πάρα πολύ φιλότιμος και γενναιόδωρος γ) «είναι μπουκιά… …   Dictionary of Greek

  • συν- — και με τις μορφές συ , συγ , συμ , συλ και συρ , ΝΜΑ α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής που ανάγεται στην πρόθεση σύν*. Η πρόθεση σύν εν συνθέσει, πριν από τα χειλικά σύμφωνα β, μ, π, φ, ψ, τρέπει το ν σε μ (πρβλ. συμ βάλλω …   Dictionary of Greek

  • σχώριο — το, Ν βλ. συχώριο …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”